Sunday, August 16, 2009

Tuesday, August 11, 2009

Μαίανδροι

Όσο προχωράει ευθεία συνηθίζει σε ευθείες,
στρίβει λοιπόν, όπου δεν βλέπει δρόμους, στα σκοτεινά,
προχωρά με τεντωμένα άκρα και τα μάτια διάπλατα ανοιχτά στο σκοτάδι.

Δεν έχουν τέρμα οι ευθείες, τέρμα ψάχνει και αρχή,
κι ας μοιάζουν τέλειες οι ευθείες,
το τέλειο κι αν ζει, ποιός να χάρηκε όταν το βρήκε,
ένας λογικός Θεός, ένας άγγελος ακόμη,
ίσως και ένας διάβολος σε στιγμή αδυναμίας.

Στρίβει, στρίβει, στρίβει,
κύκλους να μην κάνει,
μαιάνδρους σχηματίζει με το μυαλό του,
παραπλανάται, παραπλανεί.
Στο κέντρο να μην φτάσει
στο τέλειο και διαλυθεί.

Ποιός να χαρεί σαν το βρει,
ποιός τα μάτια του κλείνει και το βάζει σε ευθεία τροχιά,
ποιός σε παράλληλες γραμμές το ξαπλώνει να κοιμηθεί ,
και σε σεντόνια παραλληλόγραμμα τα όνειρά του, αυτά, διπλώνει.

Κι όταν,
κάτι ίδια βράδια σαν σε ευθεία παρατεταγμένα του φαίνονται,
τα δίνει μια με το χέρι,
και τα πιάνει ένα-ένα, με τον δείκτη και τον αντίχειρα,
προσεκτικά, τόσο εύθραστα που μοιάζουν,
και τα πετάει μακριά του.

Κάπου εκεί,
εκείνη την στιγμή,
επιτρέψτε του να νιώσει
σαν ένας παράλογος Θεός,
όχι μικρός,
ένας μεγάλος παράλογος Θεός,
μαιάνδρους να πλάσει
κι εκεί μέσα να χαθεί.