Thursday, December 10, 2009

Thursday, November 26, 2009

Flash (is) Back: Τσιφόρος Νίκος, Το Μεγάλο Παιδί Της Πιάτσας



Ο Νίκος Τσιφόρος ήτανε φαινόμενο για τα δρώμενα του ελληνικού κινηματογράφου της χρυσής εποχής (1950-1970). Τότε που οι εταιρείες του Φ. Φίνου και του Κ. Καραγιάννη μεσουρανούσαν με τις ταινίες τους, που σκορπίζανε το γέλιο και το δάκρυ στον διψασμένο Έλληνα. Ήτανε φαινόμενο, γιατί με το ευρηματικό του χιούμορ κατάφερνε να σκαρώνει αυθεντικά κείμενα και να σατυρίζει τα κακώς κείμενα της Αθηναϊκής κοινωνίας της εποχής. Πλήθος ταινιών, δημοσιευμάτων και βιβλίων, φέρνουνε τον αθάνατον αυτό χιουμορίστα στις πρώτες σειρές της ελληνικής λογοτεχνίας.
Tο ταλέντο του δεν μπορούσε να χωρέσει στη διάρκεια μιας ταινίας ή στις σελίδες ενός βιβλίου. Επεκτεινόταν ως εκεί που φτάνει η φαντασία και το χιούμορ. Συχνά αυτό το χιούμορ κι αυτή η φαντασία δεν είχαν όρια. Ευτυχώς δεν είχαν όρια, για να κάνουν εμάς, τους απλούς θνητούς να γελάμε με τα καμώματα όσων διακωμώδησε. Κάποιος κριτικός τον χαρακτήρησε "ευφυολόγο" κι όχι άδικα. Ήτανε πάντα ετοιμόλογος, πάντα σκόρπαγε τ' αστεία του παντού, αστεία που του έρχονταν αυθόρμητα κείνη τη στιγμή χωρίς να 'ναι προμελετημένα.
Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1911, από εύπορους Έλληνες γονείς -Ο πατέρας του είχεν επιχειρήσεις εκεί και προερχόταν από παλιά ιστορική οικογένεια της Λίμνης, με ιδιόκτητη τη μητρόπολη Αγία 'Αννα, Παναγιά- και δυο χρόνια αργότερα η οικογένεια εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα. Από τα 11 του χρόνια, άρχισε ν' ασχολείται μανιωδώς με το γράψιμο, ενώ τη πρώτη του επιθεώρηση την έγραψε το 1928 για ένα θερινό θέατρο στη Φρεαττύδα. Η πρώτη του αυτή προσπάθεια απέτυχε αλλά δεν απογοητεύτηκε. Μετά τη στοιχειώδη του εκπαίδευση, σπούδασε Νομικά και Πολιτικές Επιστήμες κι άσκησε για λίγο το επάγγελμα του δικηγόρου, εργάστηκε για δυο χρόνια στο Ελεγκτικό Συνέδριο και στη συνέχεια παραιτήθηκε για να μπαρκάρει στα καράβια. Ως το 1939 άλλαζε συνέχεια επαγγέλματα, αλλά συνέχιζε να γράφει δημοσιεύοντας κείμενά του σε διάφορα έντυπα. Ήταν όπως ισχυριζόταν, έξω από πολιτικά, μα βρέθηκε το 1937 φακελωμένος επί Μεταξά. Τα επόμενα χρόνια συνεργάστηκε με διάφορε εφημερίδες (Φιλελεύθερος, Βήμα, Ελεύθερος Κόσμος) και περιοδικά (Τραστ, Ρομάντσο, Ταχυδρόμος, Πάνθεον), ενώ έγραψε πάνω από 40 θεατρικά έργα και περισσότερα από 80 σενάρια. Κάποια απ' αυτά τα 'γραψε μόνος του κι άλλα σε συνεργασία, κυρίως με τον Πολύβιο Βασιλειάδη -με τον οποίο δημιούργησαν ένα από τα πιο σημαντικά δίδυμα θεατρικών συγγραφέων.
Ένας από τους πιο εξαίρετους δημοσιογράφους, θεατρικούς συγγραφείς, σεναριογράφους αλλά και σκηνοθέτες, με μεγάλο θεατρικό, συγγραφικό και κινηματογραφικό έργο, χαρακτηρίζεται από χιούμορ, με ανελέητο σαρκασμό κι ειρωνεία ενάντια στην αυταρχικότητα και στο δεσποτισμό. Όμως υπήρξε κι υπερασπιστής του λούμπεν προλεταριάτου κι αναδεικνύει από τα "Παιδιά Της Πιάτσας" ότι το περιθώριο της εποχής έχει πολύ μεγαλύτερο πλούτο συναισθημάτων από τους νεόπλουτους μικροαστούς τους οποίους καταστηλιτεύει.
Το πρώτο του επιτυχημένο θεατρικό το 'γραψε στα χρόνια της Κατοχής. Ήτανε το 1944, όταν ο θίασος του Δημήτρη Χορν και της Μαίρης Αρώνη αποφάσισε να ανεβάσει στο θέατρο Ακροπόλ το θεατρικό έργο του, «Η Πινακοθήκη Των Ηλιθίων» που αμέσως γνώρισε επιτυχία, όπως άλλωστε όλα σχεδόν τα θεατρικά του έργα από κει και μετά, πολλά από τα οποία αποτελούσαν συνεργασίες με τον Πολύβιο Βασιλειάδη. 4 χρόνια μετά, τη περίοδο 1948-49, έκανε και τη πρώτη του ταινία, που προβλήθηκε με τίτλο «Τελευταία Αποστολή», σε σενάριο και σκηνοθεσία δική του. 'Αλλα θεατρικά και ταινίες του ήταν: «Ο Κύριος Που Ξέρει Τις Γυναίκες», «S.O.S. Μιντανάο», «Γάντι & Σαρδέλα», «Ο Καλός Μας 'Αγγελος», «Η Κυρία Του Κυρίου», «Ο Χρυσός Κι Ο Τενεκές», «Το Κοροϊδάκι Της Δεσποινίδος», «Ο Τελευταίος Τίμιος», «Το Έξυπνο Πουλί», «Ο Κλέαρχος, Η Μαρίνα Κι Ο Κοντός», «Οι Γαμπροί Της Ευτυχίας», «Αγάπη Μου Παλιόγρια», «Η Ωραία Των Αθηνών», «Ο Θησαυρός Του Μακαρίτη», «Έλα Στο Θείο», «Αχ! Αυτή Η Γυναίκα Μου» κ.ά.
Πολλά θεατρικά του έργα μεταφέρθηκαν και στη μεγάλη οθόνη από άλλους σκηνοθέτες, ενώ ο ίδιος κατά τη διάρκεια της καρποφόρας σκηνοθετικής του σταδιοδρομίας έγραφε αυθεντικά κινηματογραφικά σενάρια ξεκινώντας από τα στούντιο της ΦΙΝΟΣ ΦΙΛΜ. Έγραψε επίσης πολλά ευθυμογραφήματα σε περιοδικά κι εφημερίδες καθώς και ραδιοφωνικά κείμενα. Γνώρισε μεγάλη επιτυχία κι ως πεζογράφος, διακρινόμενος για το ευρηματικό του χιούμορ και την ικανότητά του στην σατιρική απόδοση ιστορικών γεγονότων. Έργα του όπως «Τα Παιδιά Της Πιάτσας», «Τα Παλιόπαιδα Τα Ατίθασα», «Εμείς Κι Οι Φράγκοι», «Σταυροφορίες» κλπ. συναντούν φανατικούς αναγνώστες σε κάθε εποχή. 'Αλλα βιβλία του: «Ελληνική Μυθολογία», «Ρεμάλια Ήρωες», «Ιστορία Της Αγγλίας», «Βιβλικά Χαμόγελα», «Παραμύθια Πίσω Απ' Τα Κάγκελα», «Μίλων Φιρίκης», «Όμορφη Θεσσαλονίκη» κ. ά.
Συχνά επισκεπτόταν τη Λίμνη, όπου στο καφενέ του Γρίσπου έδινε σκακιστικές μάχες. Πέθανε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της χούντας το 1970 κι από τον Οκτώβρη του 1995 τα οστά του μεταφέρθηκαν στο οικογενειακό του εκκλησάκι στη Λίμνη. Θεωρείται λησμονημένος και παραμελημένος νεοέλληνας λογοτέχνης, σε σχέση με τη μεγάλη του προσφορά στα γράμματα του τόπου.

Source: http://www.peri-grafis.com/ergo.php?id=1057

Friday, November 13, 2009

Diogenes on Death



Diogenes was asked, "What is the difference between life and death?

"No difference."

"Well then, why do you remain in this life?"

"Because there is no difference."

Tuesday, November 10, 2009

Η χρήση του ρήματος γαμώ

Δρόμοι
ΡΟΥΣΣΟΣ ΒΡΑΝΑΣ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: 31 Ιουλίου 2002

... δικαστήριο της Αυστραλίας αποφάσισε ότι η χρήση της λέξης «γαμώ» από αστυνομικό προς γυναίκα υφισταμένη του δεν ήταν προσβλητική. Οι επίμαχες φράσεις του αρχιφύλακα ήταν οι εξής: «Αστυφύλακα, έλα εδώ, ρε γαμώτο! Γιατί τα γαμημένα τα μηνύματα δεν είναι πάνω στο γραφείο μου; Δεν με νοιάζει τι θα κάνεις, ρε γαμώτο, τα θέλω τώρα!». Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, το οποίο αναλύει ο Αυστραλός δικηγόρος Τζούλιαν Μπερνσάιντ, που έχει και γλωσσικές ανησυχίες, «ο αρχιφύλακας Άντερσον συνηθίζει να χρησιμοποιεί τη λέξη "γαμώ" ή τα παράγωγά της - το ίδιο και οι υπόλοιποι στο αστυνομικό τμήμα, ακόμη και η ίδια η αστυφύλακας Κόβιν - και είναι κάτι που ανήκει στη γενικότερη "αστυνομική κουλτούρα"».
Μια ενδιαφέρουσα...

... λέξη είναι η λέξη «γαμώ», λέει ο Μπερνσάιντ. Έχει πολλές αρετές: συντομία, προσαρμοστικότητα, εκφραστικότητα και καθολική αναγνωρισιμότητα. Το κακό είναι ότι έχει ελάχιστα ευγενικά συνώνυμα. Τα περισσότερα από αυτά, με τη σεξουαλική σημασία τους, παραπέμπουν κυρίως στη ζωολογία. Έτσι, όποτε θέλουμε να αναφερθούμε στη δραστηριότητα που περιγράφει το ρήμα «γαμώ», χωρίς παράλληλα να διατρέξουμε τον κίνδυνο να βρεθούμε στις κοινωνικές παρυφές, αναγκαζόμαστε να καταφεύγουμε σε περιφράσεις: κάνουμε έρωτα, κοιμόμαστε (;) με κάποιον, συνάπτουμε σεξουαλικές σχέσεις, αλλά τίποτα από όλα αυτά δεν μοιάζει να διαθέτει την εκφραστική δύναμη που έχει το δισύλλαβο ρήμα. Ίσως σε αυτή τη δύναμη οφείλει το ότι εξορίστηκε από τα λεξικά των περασμένων αιώνων μέχρι το 1960, όταν η δίκη της Λαίδης Τσάτερλι το απελευθέρωσε από τα γκουλάγκ των καταδικασμένων λέξεων.
Για την εξορία...
Your browser may not support display of this image.

... της λέξης «γαμώ» από το λεξιλόγιό μας θα πρέπει να ανατρέξουμε στις ιδέες του Τζορτζ Όργουελ, που έχει γράψει για τη χρήση της γλώσσας ως εργαλείου ελέγχου της σκέψης. Όταν η σκέψη αμαρτάνει, η γλώσσα προσπαθεί να το κρύψει. Έτσι, ανάμεσα στον ευγενικό λόγο και την απαγορευμένη λέξη, η καθωσπρέπει κοινωνία βρήκε ένα σωρό ενδιάμεσους τρόπους για να πει αυτό που κάνουν όλοι: παίζουμε τη μαμά με τον μπαμπά, παίζουμε τον γιατρό, κάνουμε μωρό, βολεύουμε, «κανονίζουμε». Όσο πιο χιουμοριστικό είναι το συνώνυμο, τόσο πιο εύκολα γίνεται αποδεκτό (φωτ. χιουμοριστικό μπλουζάκι: «Γαμάω στο πρώτο ραντεβού»).
Ως λήμμα...

... στο λεξικό, λέει ο Μπερνσάιντ, το ρήμα «γαμώ» είναι μια πολύ καλή, ρωμαλέα, ευέλικτη και περιγραφική λέξη. Ίσως, μάλιστα, εάν οι άνθρωποι, που κάνουν σπονδές στις κοινωνικές συμβάσεις, καταλάβουν κάποτε ότι το σεξ είναι και αυτό ένα «νόμιμο» μέρος της ανθρώπινης ύπαρξης, τότε δεν αποκλείεται η λέξη «γαμώ» να γίνει αποδεκτή και στην καθωσπρέπει γλώσσα. Άλλωστε, εξέφρασε κάποτε την ψυχική ανάταση ενός ολόκληρου λαού, στη φράση «Για την Ελλάδα, ρε γαμώ το!».

Jesus -is sick of us-

Wednesday, September 23, 2009

Monday, September 14, 2009

Sunday, September 6, 2009

Retina



I photographed my grandfathers camera.I find it beautiful..cause its not plastic and the design is simple.

Out by the Open

inside

Blue monster



Restless , inpatient , greedy blues monster

Sunday, August 16, 2009

Tuesday, August 11, 2009

Μαίανδροι

Όσο προχωράει ευθεία συνηθίζει σε ευθείες,
στρίβει λοιπόν, όπου δεν βλέπει δρόμους, στα σκοτεινά,
προχωρά με τεντωμένα άκρα και τα μάτια διάπλατα ανοιχτά στο σκοτάδι.

Δεν έχουν τέρμα οι ευθείες, τέρμα ψάχνει και αρχή,
κι ας μοιάζουν τέλειες οι ευθείες,
το τέλειο κι αν ζει, ποιός να χάρηκε όταν το βρήκε,
ένας λογικός Θεός, ένας άγγελος ακόμη,
ίσως και ένας διάβολος σε στιγμή αδυναμίας.

Στρίβει, στρίβει, στρίβει,
κύκλους να μην κάνει,
μαιάνδρους σχηματίζει με το μυαλό του,
παραπλανάται, παραπλανεί.
Στο κέντρο να μην φτάσει
στο τέλειο και διαλυθεί.

Ποιός να χαρεί σαν το βρει,
ποιός τα μάτια του κλείνει και το βάζει σε ευθεία τροχιά,
ποιός σε παράλληλες γραμμές το ξαπλώνει να κοιμηθεί ,
και σε σεντόνια παραλληλόγραμμα τα όνειρά του, αυτά, διπλώνει.

Κι όταν,
κάτι ίδια βράδια σαν σε ευθεία παρατεταγμένα του φαίνονται,
τα δίνει μια με το χέρι,
και τα πιάνει ένα-ένα, με τον δείκτη και τον αντίχειρα,
προσεκτικά, τόσο εύθραστα που μοιάζουν,
και τα πετάει μακριά του.

Κάπου εκεί,
εκείνη την στιγμή,
επιτρέψτε του να νιώσει
σαν ένας παράλογος Θεός,
όχι μικρός,
ένας μεγάλος παράλογος Θεός,
μαιάνδρους να πλάσει
κι εκεί μέσα να χαθεί.

Monday, June 15, 2009